sine_lege

μας εξαπάτησαν οι εγκλίσεις

Month: Αύγουστος, 2014

πασών των θαλασσών

στων νικημένων το νησί
γλεντώντας σιωπηλά
στων νικημένων τη γιορτή
γλεντώντας κάθε βράδυ σιωπηλά

χάρης και πάνος κατσιμίχας

η αλλαγή ρότας
από την πόλη των πάντα δυσάρεστων εξελίξεων
στο νησί του σιορ αντρίκου
μοιάζει με τη μεταφορά του κορμιού σου
διαμελισμένου
μέσα σε πλαστική σακούλα σκουπιδιών
− και η ειρωνεία είναι πως τη διάλεξες εσύ αυτή τη μεταφορά −
θυμάμαι τα ποιήματα των από καιρό πεθαμένων
κομμουνιστών ποιητών
που τα διάβαζα όταν η καρδιά μου ήταν ακόμα άκοπη
θυμάμαι λοιπόν που διάβαζα
για τον υπέροχο ίλιγγο
της αναμενόμενης πτώσης
− κι εγώ είχα ξέρετε πάντα πρόβλημα με το στομαχικό ίλιγγο −
και στ’ αλήθεια δεν ξέρω τι με τρομάζει πιο πολύ
οι φιδίσιοι δρόμοι που κατατρώνε τα σωθικά των βουνών
τα άκακα φίδια που εμφανίζονται στον κήπο
ή μήπως το μήλο που άδικα κατηγορήθηκε
για τους χυμούς του
από τους πρωθιερείς σας

την πρώτη μέρα που ξύπνησα εδώ
ήρθε και κάθισε κοντά μου ο εκπεσών άγγελος
μα τα χρόνια μας με κάνανε τόσο ρηχή
που του αστειεύτηκα με ύφος τηλεπαρουσιαστή
της κυβερνητικής τηλεόρασης της προπαγάνδας
ξέρεις άγγελε, το μόνο που με νοιάζει να εκπέσει
είναι ο φόρος μου
χαμογέλασε
τα ούλα του κατακόκκινα από τη μοναξιά
τα μάτια του γεμάτα ρυτίδες
ύστερα δάγκωσε το μήλο που του πρόσφερα
και καταδύθηκε μέσα σε μια από τις ρωγμές
που χάρισε στον τόπο ο εγκέλαδος

την πρώτη μέρα που ξύπνησα εδώ
φύτρωσε μέσα μου η μέκκα
ξημέρωσε το ραμαζάνι
και σας ορκίζομαι πως άκουσα τον ιμάμη
να παρακαλάει κλαίγοντας το θεό του
να μη δείξει έλεος στην ανθρωπότητα

την πρώτη μέρα που ξύπνησα εδώ
έφτιαξα τούρκικο καφέ στον βούδα
έκλαιγε ανήσυχος όλη τη νύχτα έξω από το παράθυρό μου
γιατί τον ανάγκασαν
με χρήση εκλεπτυσμένων ψυχολογικών βασανιστηρίων
να καταδικάσει τη βία
αγκάλιασα τα ιδρωμένα του μπράτσα
και τον ρώτησα με έναν ανεπαίσθητο λυγμό στη χροιά
τι είδους ασθένειες κυκλοφορούν στο γάγγη
κι εκείνος τότε
πράος
μου είπε να παραμείνω ψύχραιμη
γιατί στο τέλος έρχεται για όλους μας ο θάνατος

ο σοσιαλισμός που ονειρευτήκαμε ήταν μια απάτη
γιατί έρχεται μόνο μετά θάνατον
τότε μόνο θα σταθούμε όλοι όρθιοι και ισότιμοι
− επιτέλους −

την πρώτη νύχτα που ξημερώθηκα εδώ
έλαβε χώρα το τέλος πασών των θρησκειών
αλλά όχι των θαλασσών
κάθε που στρίβω στο στενό λοιπόν
χαιρετάω την ονομασία της οδού
οδός νίκου καββαδία
στα νησιά ξέρετε νιώθουμε όλοι
κόρες και γιοι των ναυτικών
κι ας είδαμε θάλασσα να κλαίει
για πρώτη φορά
στα δεκαεφτά μας

ευπώλητον

IMG_1157

στον τόπο μου γεννηθήκαμε απάτριδες και άκληροι
κάποτε θερίσαμε τα στάχυα μας και τα κάναμε σπαθιά
ύστερα στρέψαμε τα στάχινα σπαθιά μας το ένα εναντίον του άλλου

στον τόπο μου γεννηθήκαμε κάποτε ελεύθεροι
ζήσαμε προδομένοι
και θα πεθάνουμε σαν αζήτητα εμπορεύματα
σε τιμή ευκαιρίας πουλημένα

κι αυτό τώρα πια λέγεται ζωή

της αποκοιμήσεως

                 αυτά τα κόκκινα σημάδια στους τοίχους

μπορεί να ‘ναι κι από αίμα

όλο το κόκκινο στις μέρες μας είναι αίμα

γιάννης ρίτσος

1622798_10201974097288912_367661674_n

 

δεν πέθανε, κοιμήθηκε· με διορθώνουν οι ρασοφόροι του χωριού χαϊδεύοντας το επίχρυσο ευαγγέλιο

πέθανε η μάνα που γέννησε έναν επαναστάτη του καιρού του· έναν που κυνηγήθηκε, σφάχτηκε, χλευάστηκε

αλλά κανείς δεν κλαίει τούτη τη μέρα· όλοι τρώνε και πίνουν μέχρι το ξημέρωμα

οι νέοι με τα ουίσκια στο χέρι κοιτάνε λιγωμένοι τα κορίτσια του νησιού και οι γέροι πίνουν κρασί

οι πιστοί που κάνουν το σταυρό τους την ώρα που σφάζονται μωρά κόβουνε αδέξια τον αύγουστο στα δυο

καταμεσής της ανεμελιάς οι χριστιανοί απλώσανε μια νωχελική αργία για να σκεπάσει την αδιαφορία τους

μια μέρα θανάτου που γιορτάζεται ιαμβικά μέσα σε ναούς κι ύστερα σε τραπέζια με σφάγια από άλλες θρησκείες

της αποκοιμήσεως των λαών απόψε· βοήθειά μας

αλλά όσοι απόψε κυνηγάνε τη ζωή μέσα στις εντατικές, όσοι σκοτώνονται από τα υπερσύγχρονα όπλα

αυτοί που γεννηθήκαν κάπου αλλά τη νιότη και τα γηρατειά δεν θα προλάβουν να γνωρίσουν

όσοι θα κλάψουνε απόψε για τη μάνα και το παιδί τους που θα εκπνεύσει σε πεδίο μάχης σύγχρονο

αυτοί που απόψε θα πεθάνουν και δεν θα κοιμηθούν γιατί η παραγωγή αγίων σταμάτησε από καιρό

όλοι αυτοί λησμονημένοι θα την περάσουν και τη νύχτα αυτή αποδεικνύοντας το ψέμα της ζωής των χριστιανών

ρίχνω ένα βλέμμα ειρωνείας στο φεγγάρι της γιορτής και ακούω τη θάλασσα οργισμένη να παφλάζει

κι απέναντί μου ο φάρος γέρογόμπος συναινεί και σταματά να δίνει πια σινιάλο στα αδιάφορα καράβια

γιατί τα όπλα βλέπεις πρέπει να δοκιμαστούν πάνω σε ανθρώπινη σάρκα

λοιπόν νομίζω οι γιορτές σας οι χριστιανικές κακοπαιγμένο θέατρο του παραλόγου αποτελούν

αποτελούμε έναν θίασο περιφερόμενων ευνουχισμένων και ες αεί υποταγμένων ηθοποιών

τηρούμε με ευλάβεια τα έθιμα που την προσωπική μας βολεψιά δεν ενοχλούν

ο έχων δυο χιτώνες έκανε φτερά· στη θέση του μας κυβερνά ο έχων τους χιτώνες άπαντες της υφηλίου

αντί εμείς να ξεγυμνώσουμε δια παντός το βασιλιά του πόνου ξεγυμνωθήκαμε και παραδώσαμε και ρούχα και ζωές

ξεχάσαμε και τον επαναστάτη και τις αλήθειες που είπε και τον έστειλαν σε θάνατο μαρτυρικό και επίπονο

και απόψε τάχα μου με παραφουσκωμένα τα έντερα και τα μυαλά γιορτάζουμε με δέος για της μάνας του το θάνατο

μόνο ένα φεγγάρι κι ένας φάρος μείνανε ενθύμια· μνημόσυνα της από αιώνες πεθαμένης ανθρωπιάς μας

νοτισμένος αύγουστος

IMG_1153

τα μαλλιά. πού να βολευτούνε τόσα μαλλιά. σ’ αυτόν εδώ τον τόπο δεν στεγνώνει τίποτα ποτέ. η υγρασία νοτίζει τους τοίχους, τα ρούχα, τα σκεπάσματα, το ψωμί, τη σκέψη. ένας κότσος όλη μέρα κι όλη νύχτα πάνω στο κεφάλι. βροχή σκέψεων που φωλιάζουν εκεί μέσα και δε βγαίνουν παρά μόνο τη νύχτα. όταν όλοι επιτέλους κοιμούνται. ησυχάζουν οι κήποι. τεντώνουν τους μίσχους τους τα λουλούδια. σταματούν τη δουλειά αμφότερα τα τζιτζίκια και τα μυρμήγκια. τελειώνουν οι κουβέντες· τα ‘μαθες για την κόρη του τάδε, ο άλλος έμπλεξε με ναρκωτικά λένε, πτυχίο η άλλη δεν θα πάρει ποτέ, αυτός έχει γκόμενα τ’ άκουσα στο καφενείο το πρωί. νοτισμένο νησί. τα μαύρα σύννεφα δε λένε να ξεκουνήσουν τούτο το καλοκαίρι. περίεργο καλοκαίρι. αλλιώτικο. διακοπές από τις διακοπές. ανήσυχος αύγουστος. ελλιπής σελήνη. ολόγιομη αρχή. αλλά αυτά τα μαλλιά πού να βολευτούνε. δεν θα ξαναστεγνώσουνε ποτέ. θα τα κάνει φωλιά πουλιών. να μπαίνουνε μέσα οι πεταλούδες να γεννάνε τα μωρά τους. να βγαίνουνε οι κάμπιες στον έξω κόσμο βαμμένες με ανταύγειες. μήπως και μάθουμε να αγαπάμε τις κάμπιες. μήπως και καταλάβουμε ότι η ομορφιά δεν γεννιέται από τις βαφές στα μαλλιά και τα χρώματα στα χείλια. νοτίσανε και τα μυαλά μας. ο θεός εγκέλαδος τα κούνησε για τα καλά κι ύστερα τίποτα. γράψαμε δυο καντάδες περιπαιχτικές κι ύστερα το κενό. ερήμωσε η μικρή επαρχία. μόνο ένα καινούριο περίπτερο άνοιξε. εκεί που πιάνει το φέρι. για τα αναγκαία. τσιγάρα, γαριδάκια, προφυλακτικά. ανοίγεις το πακέτο με τα τσιγάρα και καπνίζεις νοτισμένα τσιγάρα. τα κόκκαλα πονάνε. οι κλειδώσεις σε απραξία. η υγρασία και η απραξία σε φέρνουνε δέκα βήματα πιο κοντά στο θάνατο. και τα μαλλιά ακόμα βρεγμένα. δεν θα τα ξαναπιάσει στεγνά ποτέ πια. δεν θα ξανακοιμηθεί ήσυχα ποτέ πια. πού να βολευτούνε τόσα μαλλιά. πού να χωρέσουνε τόσες σκέψεις. κάψαμε τα προσωπικά ημερολόγια. ό,τι είναι να πούμε το λέμε δημοσίως. κρυβόμαστε πίσω από την παντοδυναμία του διαδικτύου. μα στην πραγματικότητα δεν έχουμε τίποτα να πούμε. το αυγουστιάτικο κενό ό,τι μισούσε πάντα. η νωχέλεια της παραλίας. το χαμόγελο του καλοκαιρινού μπαρ. η γυαλάδα του βραδινού κοκτέιλ. όλα θαμπά. η υγρασία γέμισε βρύα και λειχήνες τις καρδιές μας.

πάλι περισσεύει ανάμεσα σε τούτο τον κόσμο. τα βράδια στις αυλές του χωριού οι άνθρωποι θέλουνε να πούνε τον πόνο τους. για το μηνιάτικο που δεν φτουράει. για κείνο το συμμαθητή που έγινε αστυνομικός και μια χαρά μισθό παίρνει. βρωμιά και κει αλλά τι τα θες. τώρα πήρε μετάθεση στην αμυγδαλέζα. δεν είναι καλά εκεί. μια φορά έδειρε έναν και το ‘χει τύψη. από τότε άρχισε να τσακώνεται με τους συναδέλφους. μπάτσος λέγεται, πετάγεται. δε λέγεται αστυνομικός. λέγεται μπάτσος που δέρνει και γουστάρει φασισμό. την κοιτάζουνε περίεργα. άλλο θέμα συζητάμε. συζητάμε για τη ζωή που δυσκόλεψε. οι αυλές του χωριού δεν χωράνε το θάνατο του ανθρώπου που πέθανε μέσα στην αμυγδαλέζα. στις αυλές του χωριού χωράει ο θάνατος από μηχανάκι, ο καρκίνος στα κόκαλα, το έμφραγμα από στενοχώρια. αλλά όχι η αυτοκτονία από την ταράτσα λόγω χρεών. όχι ο πνιγμός στα φαρμακονήσια. όχι αυτά. οι αυλές του χωριού είναι το μέγκα τσάνελ της επαρχίας. άλλο θέμα συζητάμε, δεν μιλάμε για τα πολιτικά. μιλάμε για τα λεφτά.

δεν χωράει στις αυλές του χωριού. πιστεύει ότι το θέμα είναι ένα. αδιαίρετο και ομοούσιο.

– ηρέμησε. μη φωνάζεις.

– γεννήθηκα με πίεση είκοσι, το καταλαβαίνετε; παρατήστε με ήσυχη λοιπόν. καθίστε να μιλήσετε για το φόρο που σας φορέσανε στο κεφάλι και αν θα σας τον μειώσουνε για να χαρείτε και παρατήστε με ήσυχη. έχω τοποθετήσει δίχτυ προστασίας πάνω μου. τα μαλλιά μου. τα αφήνω να τραβάνε πάνω τους όλη την υγρασία του νησιού. κι έτσι κρατάω το μυαλό μου στεγνό. καθαρό.

πού να βολευτούνε τόσα μαλλιά. και πού να χωρέσουνε τόσα όνειρα.

και πώς να ‘ναι άραγε το νησί στεγνό;